ΙΣΤΟΡΙΑ
ΤΟΥ 1ου ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ-ΛΥΚΕΙΟΥ
Το πρώτο Γυμνάσιο στην Κρήτη, του οποίου συνέχεια αποτελούν το 1ο Γυμνάσιο και το 1ο Λύκειο, ιδρύθηκε στο Ηράκλειο. Η ίδρυσή του ήταν αποτέλεσμα των επίμονων προσπαθειών των Κρητικών που, στερημένοι τότε επαρκούς μόρφωσης, αγωνίστηκαν επίμονα γι’ αυτήν. Ο αγώνας τους κορυφώθηκε το 1865, όταν ξεσηκώθηκαν για να διεκδικήσουν τη διάθεση των μοναστηριακών προσόδων για την ίδρυση σχολείων, γεγονός που οδήγησε στη μεγάλη και ατυχή επανάσταση του 1866-1869.
Η διάρθρωση της εκπαίδευσης στην Κρήτη το 19ο αι. ήταν ανάλογη εκείνης που θεσμοθετήθηκε στο Ελληνικό κράτος με βασιλικό διάταγμα στις 31-12-1836. Με το διάταγμα αυτό καθιερώθηκαν δύο βαθμίδες εκπαίδευσης: α) η πρωτοβάθμια, που περιλάμβανε επτατάξια Δημοτικά ή σχολεία στοιχειώδους εκπαίδευσης, και β) η δευτεροβάθμια, που περιλάμβανε το τριετές «Ελληνικό» σχολείο και το τετραετές «Γυμνάσιο». Το σύστημα αυτό διατηρήθηκε στην Ελλάδα μέχρι το 1929, οπότε καταργήθηκαν τα Ελληνικά σχολεία και τα Γυμνάσια έγιναν εξατάξια.
Στο Ηράκλειο λειτουργούσαν δύο Ελληνικά σχολεία, ένα αρρένων από το 1835 και ένα θηλέων από το 1844. Η πρώτη συντονισμένη προσπάθεια για την ίδρυση Γυμνασίου φαίνεται να έγινε στις 9-10-1862 με πρωτοβουλία του τότε Mητροπολίτη Διονυσίου. Στη σύσκεψη που συγκλήθηκε συμμετείχαν η Δημογεροντία Ηρακλείου, η Εφορεία των σχολείων, η Επιτροπή του υπό ανέγερση μητροπολιτικού ναού του Αγίου Μηνά και η επιτροπή του νοσοκομείου και του νεκροταφείου της χριστιανικής κοινότητας της πόλης. Στο Πρακτικό αυτής της σύσκεψης αναγράφονται οι προσπάθειες που καταβάλλονταν προκειμένου να εξασφαλιστούν οι οικονομικοί πόροι για τη λειτουργία ενός πλήρους Γυμνασίου και η δωρεά γι΄ αυτό το σκοπό ενός μετοχίου στη Μεσαρά από τη Μητρόπολη, η οποία εγκρίθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Στο ίδιο πρακτικό αναφέρεται και η απόφαση διορισμού Σχολάρχη και ενός Καθηγητή.
Το 1872 υποβλήθηκε στη Γενική Διοίκηση της Κρήτης στατιστικός πίνακας για τα σχολεία που λειτουργούσαν στην πόλη του Ηρακλείου. Σε αυτόν φαίνεται ότι λειτουργούσε ακόμη μία μόνο γυμνασιακή τάξη. Το 1873 ξεκίνησε η λειτουργία δεύτερης τάξης με την οικονομική συνδρομή της χριστιανικής κοινότητας της πόλης. Όμως οι ανάγκες ήταν μεγάλες και τον Οκτώβρη του ίδιου χρόνου η Εφορεία των σχολείων του διαμερίσματος Ηρακλείου ζήτησε τη οικονομική συνδρομή και της συντεχνίας των αρτοπωλών.
Το 1876 ο πρόεδρος του Ελληνικού Φιλολογικού Συλλόγου Κωνσταντινουπόλεως Η. Πασπάτης αναφέρει ότι υποβλήθηκε στον εν λόγω Σύλλογο αίτηση της Τμηματικής Εφορείας Ηρακλείου για οικονομική ενίσχυση, προκειμένου να ολοκληρωθεί το Ημιγυμνάσιο Ηρακλείου.
Από το 1878, σύμφωνα με τη Σύμβαση της Χαλέπας, η Εφορεία των σχολείων του Ηρακλείου εισέπραττε χρήματα για τη λειτουργία του Γυμνασίου και των υπόλοιπων σχολείων όλων των βαθμίδων από την Τουρκική Διοίκηση. Άλλα έσοδα προέρχονταν από τους πόρους των μοναστηριών κατά Πατριαρχική υπόδειξη, από χρήματα που εισπράττονταν μέσω της Χριστιανικής Ορφανικής Τράπεζας με απόφαση της Δημογεροντίας, από μηνιαία δίδακτρα που κατέβαλαν οι μαθητές για τη μισθοδοσία των εκπαιδευτικών ή για την εγγραφή και τα πιστοποιητικά τους, από εισφορές των Δήμων μετά το 1879, από ειδικούς για τη δημόσια εκπαίδευση δασμούς, από εράνους, λαχεία, πρόστιμα, συνδρομές και κληροδοτήματα.
Το 1879 η δημογεροντία και η Εφορεία του Ηρακλείου ζήτησαν από τον πρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών να χρηματοδοτήσει τη λειτουργία του Γυμνασίου Ηρακλείου από το κληροδότημα του Ηρακλειώτη Αντ. Παπαδάκη στο Πανεπιστήμιο. Συγκροτήθηκε, μάλιστα, και εξαμελής επιτροπή Ηρακλειωτών που ζούσαν στην Αθήνα για να προωθήσει αυτό το ζήτημα.
Τον Ιούλιο του 1879 ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Ν. Δαμαλάς ανέφερε ότι η πρυτανεία θα χορηγούσε 3.600 δραχμές για τη μισθοδοσία δύο καθηγητών. Ωστόσο, παρά τις προσπάθειες της Εφορείας να αυξηθεί αυτή η επιχορήγηση, το 1885-1886 το Πανεπιστήμιο Αθηνών τη μείωσε στο μισό, χορηγώντας το υπόλοιπο ποσό στο Γυμνάσιο Μεραμβέλου, σύμφωνα με το Ν. Μελισσείδη, ο οποίος εισέπραξε την επιχορήγηση για λογαριασμό της Εφορείας Ηρακλείου.
Τελικά, το 1881 η Γενική Συνέλευση των Κρητών αποφάσισε την ίδρυση ενός πλήρους Γυμνασίου στο Ηράκλειο, με έξι καθηγητές: κλασικών γλωσσών, ιστορίας, φιλοσοφίας, ιερών, μαθηματικών και γαλλικής γλώσσας. Στις 8-9-1881 ιδρύθηκε η τρίτη τάξη και το 1884 η τέταρτη. Έτσι ολοκληρώθηκε η λειτουργία του πρώτου Γυμνασίου στο Ηράκλειο.
Το Μάρτιο του 1883 το Πανεπιστήμιο Αθηνών ανακοίνωσε στο Γενικό Διοικητή Κρήτης Ι. Φωτιάδη την αναγνώριση του Γυμνασίου Ηρακλείου ως ισότιμου με τα Γυμνάσια της Ελλάδας, παρέχοντας συνάμα το δικαίωμα στους απόφοιτούς του να εγγράφονται στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το αποτέλεσμα ήταν, όπως παρατηρεί και ο Ν. Σταυράκης, ο αριθμός των εγγραμμάτων να αυξηθεί αισθητά.
Το πρώτο Γυμνάσιο στην Κρήτη, του οποίου συνέχεια αποτελούν το 1ο Γυμνάσιο και το 1ο Λύκειο, ιδρύθηκε στο Ηράκλειο. Η ίδρυσή του ήταν αποτέλεσμα των επίμονων προσπαθειών των Κρητικών που, στερημένοι τότε επαρκούς μόρφωσης, αγωνίστηκαν επίμονα γι’ αυτήν. Ο αγώνας τους κορυφώθηκε το 1865, όταν ξεσηκώθηκαν για να διεκδικήσουν τη διάθεση των μοναστηριακών προσόδων για την ίδρυση σχολείων, γεγονός που οδήγησε στη μεγάλη και ατυχή επανάσταση του 1866-1869.
Η διάρθρωση της εκπαίδευσης στην Κρήτη το 19ο αι. ήταν ανάλογη εκείνης που θεσμοθετήθηκε στο Ελληνικό κράτος με βασιλικό διάταγμα στις 31-12-1836. Με το διάταγμα αυτό καθιερώθηκαν δύο βαθμίδες εκπαίδευσης: α) η πρωτοβάθμια, που περιλάμβανε επτατάξια Δημοτικά ή σχολεία στοιχειώδους εκπαίδευσης, και β) η δευτεροβάθμια, που περιλάμβανε το τριετές «Ελληνικό» σχολείο και το τετραετές «Γυμνάσιο». Το σύστημα αυτό διατηρήθηκε στην Ελλάδα μέχρι το 1929, οπότε καταργήθηκαν τα Ελληνικά σχολεία και τα Γυμνάσια έγιναν εξατάξια.
Στο Ηράκλειο λειτουργούσαν δύο Ελληνικά σχολεία, ένα αρρένων από το 1835 και ένα θηλέων από το 1844. Η πρώτη συντονισμένη προσπάθεια για την ίδρυση Γυμνασίου φαίνεται να έγινε στις 9-10-1862 με πρωτοβουλία του τότε Mητροπολίτη Διονυσίου. Στη σύσκεψη που συγκλήθηκε συμμετείχαν η Δημογεροντία Ηρακλείου, η Εφορεία των σχολείων, η Επιτροπή του υπό ανέγερση μητροπολιτικού ναού του Αγίου Μηνά και η επιτροπή του νοσοκομείου και του νεκροταφείου της χριστιανικής κοινότητας της πόλης. Στο Πρακτικό αυτής της σύσκεψης αναγράφονται οι προσπάθειες που καταβάλλονταν προκειμένου να εξασφαλιστούν οι οικονομικοί πόροι για τη λειτουργία ενός πλήρους Γυμνασίου και η δωρεά γι΄ αυτό το σκοπό ενός μετοχίου στη Μεσαρά από τη Μητρόπολη, η οποία εγκρίθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Στο ίδιο πρακτικό αναφέρεται και η απόφαση διορισμού Σχολάρχη και ενός Καθηγητή.
Το 1872 υποβλήθηκε στη Γενική Διοίκηση της Κρήτης στατιστικός πίνακας για τα σχολεία που λειτουργούσαν στην πόλη του Ηρακλείου. Σε αυτόν φαίνεται ότι λειτουργούσε ακόμη μία μόνο γυμνασιακή τάξη. Το 1873 ξεκίνησε η λειτουργία δεύτερης τάξης με την οικονομική συνδρομή της χριστιανικής κοινότητας της πόλης. Όμως οι ανάγκες ήταν μεγάλες και τον Οκτώβρη του ίδιου χρόνου η Εφορεία των σχολείων του διαμερίσματος Ηρακλείου ζήτησε τη οικονομική συνδρομή και της συντεχνίας των αρτοπωλών.
Το 1876 ο πρόεδρος του Ελληνικού Φιλολογικού Συλλόγου Κωνσταντινουπόλεως Η. Πασπάτης αναφέρει ότι υποβλήθηκε στον εν λόγω Σύλλογο αίτηση της Τμηματικής Εφορείας Ηρακλείου για οικονομική ενίσχυση, προκειμένου να ολοκληρωθεί το Ημιγυμνάσιο Ηρακλείου.
Από το 1878, σύμφωνα με τη Σύμβαση της Χαλέπας, η Εφορεία των σχολείων του Ηρακλείου εισέπραττε χρήματα για τη λειτουργία του Γυμνασίου και των υπόλοιπων σχολείων όλων των βαθμίδων από την Τουρκική Διοίκηση. Άλλα έσοδα προέρχονταν από τους πόρους των μοναστηριών κατά Πατριαρχική υπόδειξη, από χρήματα που εισπράττονταν μέσω της Χριστιανικής Ορφανικής Τράπεζας με απόφαση της Δημογεροντίας, από μηνιαία δίδακτρα που κατέβαλαν οι μαθητές για τη μισθοδοσία των εκπαιδευτικών ή για την εγγραφή και τα πιστοποιητικά τους, από εισφορές των Δήμων μετά το 1879, από ειδικούς για τη δημόσια εκπαίδευση δασμούς, από εράνους, λαχεία, πρόστιμα, συνδρομές και κληροδοτήματα.
Το 1879 η δημογεροντία και η Εφορεία του Ηρακλείου ζήτησαν από τον πρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών να χρηματοδοτήσει τη λειτουργία του Γυμνασίου Ηρακλείου από το κληροδότημα του Ηρακλειώτη Αντ. Παπαδάκη στο Πανεπιστήμιο. Συγκροτήθηκε, μάλιστα, και εξαμελής επιτροπή Ηρακλειωτών που ζούσαν στην Αθήνα για να προωθήσει αυτό το ζήτημα.
Τον Ιούλιο του 1879 ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Ν. Δαμαλάς ανέφερε ότι η πρυτανεία θα χορηγούσε 3.600 δραχμές για τη μισθοδοσία δύο καθηγητών. Ωστόσο, παρά τις προσπάθειες της Εφορείας να αυξηθεί αυτή η επιχορήγηση, το 1885-1886 το Πανεπιστήμιο Αθηνών τη μείωσε στο μισό, χορηγώντας το υπόλοιπο ποσό στο Γυμνάσιο Μεραμβέλου, σύμφωνα με το Ν. Μελισσείδη, ο οποίος εισέπραξε την επιχορήγηση για λογαριασμό της Εφορείας Ηρακλείου.
Τελικά, το 1881 η Γενική Συνέλευση των Κρητών αποφάσισε την ίδρυση ενός πλήρους Γυμνασίου στο Ηράκλειο, με έξι καθηγητές: κλασικών γλωσσών, ιστορίας, φιλοσοφίας, ιερών, μαθηματικών και γαλλικής γλώσσας. Στις 8-9-1881 ιδρύθηκε η τρίτη τάξη και το 1884 η τέταρτη. Έτσι ολοκληρώθηκε η λειτουργία του πρώτου Γυμνασίου στο Ηράκλειο.
Το Μάρτιο του 1883 το Πανεπιστήμιο Αθηνών ανακοίνωσε στο Γενικό Διοικητή Κρήτης Ι. Φωτιάδη την αναγνώριση του Γυμνασίου Ηρακλείου ως ισότιμου με τα Γυμνάσια της Ελλάδας, παρέχοντας συνάμα το δικαίωμα στους απόφοιτούς του να εγγράφονται στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το αποτέλεσμα ήταν, όπως παρατηρεί και ο Ν. Σταυράκης, ο αριθμός των εγγραμμάτων να αυξηθεί αισθητά.
ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ 60 ΧΡΟΝΩΝ
1948-2008 Αποσπάσματα από το βιβλίο του 1ου ΓΕΛ Ηρακλείου ‘’Αναμνήσεις 60 χρόνων’’ ~Μαθητικά στιγμιότυπα Πρώτο Στιγμιότυπο Καθηγητής των Θρησκευτικών, ο Ν. Ζευγαδάκης, διασχίζει το διάδρομο του Καπετανάκειου, έχοντας στη μασχάλη ένα μεγάλο βιβλίο και δύο τρία μικρότερα. Ένας μαθητής –γνωστό πειραχτήρι- τον ρωτά: -Τα πουλάτε κύριε καθηγητά; -Και βεβαίως. (Συνήθιζε να χρησιμοποιεί τον συντακτικό σύνδεσμο ‘’και’’) -Πόσο κάνει αυτό; του λέει και του δείχνει ένα από τα μικρά βιβλία. -Αυτό κάνει πενήντα δραχμάς. Φαίνεται πως του μαθητή του φάνηκε ακριβό, οπότε αφήνει να του ξεφύγει ένα σφύριγμα, κάτι μεταξύ θαυμασμού και απορίας. -Και το άλλο; Το άλλο, κύριε καθηγητά; Ρωτά δείχνοντας του το μεγάλο. Και ο Ζευγαδάκης: -Και τώρα σφύρα δύο φοράς. Δεύτερο Στιγμιότυπο Αυτό συνέβη σε μένα. Έκθεση με θέμα ‘’Ένα ταξίδι με το πλοίο’’. Καθηγητής φιλόλογος, ο Ελευθεριάδης.Ασπρομάλλης, με ένα κατάλογο βαθμολογίας σε μέγεθος μικρού τεφτεριού με στριμμένες από τη χρήση γωνίες και με ένα πάθος για κάπνισμα που συνεχώς προσπαθούσε να καταπολεμήσει μασουλώντας ηλίοσπορους. Καλός άνθρωπος, μα δεν τον θυμόμαστε ποτέ να χαμογελάει.Όψη ασορτί με τον κατάλογο και το αιώνιοσκούρο κουστούμι, δείγμα της δύσκολης οικονομικά εποχής εκίνης. Την επόμενη, διαβάζει και σχολιάζει τις εκθέσεις μας.Φτάνει και στη δική μου.Σε κάποιο σημείο είχα γράψει, επιστρατεύοντας τη ρομαντική διάθεση της ηλικίας των δεκατεσσάρων ετών: ‘’Ήταν ένα ωραίο αλλά πολύωρο ταξίδι.Επιτέλους είδαμε το λιμάνι να πλησιάζει…’’.Και το σχόλιο του καθηγητή μου σε τόνο έντονα επιτιμητικό: -Κουνούνε, μωρέ λάκα, τα λιμάνια; Σίγουρα θα διαφωνούσαν με αυτό το σχόλιο οι σημερινοί παιδαγωγοί, ιδιαίτερα όταν αυτό γίνεται παρουσία σαράντα πέντε μαθητών, αλλά εγώ πρέπει να αναγνωρίσω ότι ο καθηγητής μου αυτός, προσπαθούσε, τίμια, να μας μάθει δύο γράμματα. -Μανώλης Γ. Βιτσαξάκης Απόφοιτος Α’ γυμνασίου Αρρένων Ηρακλείου Σχολικό Έτος 1957-1958 Τρίτο Στιγμιότυπο Ο καθηγητής φυσικής Θεόφιλος Κοκκινίδης (μακαρίτης σήμερα), με το υψηλού βαθμού μεταδοτικό, είναι πάνω στην έδρα και μας ρωτάει: ‘’Έχουμε μείγμα από ρινίσματα σιδήρου και ατσαλιού…Δεν βρίσκεται ένας ‘’χρυσόστομος’’ να δώσει απάντηση.Την δίνει ο ίδιος: ‘’Θα πάρουμε μία μύγα και ένα κουνούπι.Και θα φάει η μύγα σίδηρο και το κουνούπι το ατσάλι.’’ -Νέαρχος Γιοτρομανωλάκης Πνευμονολόγος-Υποπτέραρχος Υγειονομικού εα. Απόφοιτος Α’ ΓΑΗ του 1957-58 |